Ιστορική αναδρομή: το όνειρο ήταν σχεδόν πάντα αντιμετωπίστηκε ως μήνυμα από τους θεούς
Μεσοποταμία, Βαβυλώνιοι – τα όνειρα ήταν δύο ειδών: τα όμορφα όνειρα τα οποία ήταν σταλμένα από τους θεούς και τα άσχημα όνειρα που τα είχαν στείλει οι δαίμονες. Λάτρευαν ως θεό των ονείρων τους τον Μάμου (Mamu) στον οποίον οι ιερείς προσέφεραν τιμές προκειμένου να μην αφήσει τα άσχημα όνειρα να γίνουν πραγματικότητα.
Ασύριοι – είχαν αναπτύξει δικούς τους ονειροκρίτες. Στο δικό τους πολιτισμό τα άσχημα όνειρα προμήνυαν την επικείμενη εμφάνιση κάποιου προβλήματος το οποίο μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο εξορκίζοντας το δαίμονα που το έστειλε. Η βιβλιοθήκη του τελευταίου Ασύριου αυτοκράτορα Ασουρμπανιπάλ πιστεύεται ότι περιλαμβάνει πήλινες πλάνες με ερμηνείες ονείρων, που χρονολογούνται από το 2000 π.Χ.
Και οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν πως τα όνειρα ήταν μηνύματα από τους Θεούς. Πίστευαν στο θεό των ονείρων Μπες. Φρόντιζαν να καταγράφουν τα όνειρα τους σε πάπυρους χρησιμοποιώντας για το σκοπό αυτό ειδικά σύμβολα. Οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι ασχολήθηκαν ιδιαιτέρως με την ερμηνεία των ονείρων και το 1300 π.Χ. γράφτηκε ο αρχαιότερος ονειροκρίτης που περιλαμβάνει 200 ερμηνείες ονείρων.
Οι Αρχαίοι Έλληνες, ανέδειξαν τον ύπνο σε ισχυρή θεότητα. Σύμφωνα με τον Ησίοδο στη Θεογονία, ο θεός Ύπνος ήταν γιος της Νύχτας και του Ερέβους και δίδυμος αδερφός του Θανάτου. Συχνά ο Ύπνος και ο Θάνατος απεικονίζονται σε αγγεία να φέρουν φτερά στους ώμους.
Κατά τον Όμηρο, ο Ύπνος γεννήθηκε και κατοικούσε στο νησί της Λήμνου, το «Νησί των Ονείρων», λατρευόταν όμως, όπως μαρτυρούν οι ναοί που ήταν αφιερωμένοι σ’ αυτόν, σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Σε αγάλματα απεικονίζεται ως νέος, όμορφος, με φτερά στους κροτάφους, ενώ σε παραστάσεις αγγείων φαίνεται να αποκοιμίζει κουρασμένους θνητούς καθώς τους ραντίζει με ένα κλαδί μουσκεμένο με τη δροσιά της λήθης ή προσφέροντας τους να πιουν υπνωτικούς χυμούς ή απλά κουνώντας τα φτερά του. Μπορούσε όμως να κοιμίσει μέχρι και τους θεούς ακόμα και το Δία : «Ύπνος άναξ πάντων τε θεών πάντων τ’ ανθρώπων» όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Ιλιάδα του Ομήρο.
Σε ένα μύθο η Ήρα επισκέπτεται τον Ύπνο στη Λήμνο. Τον προσφωνεί «άνακτα» (άρχοντα, βασιλιά) όλων των θεών και των ανθρώπων, για να τον πείσει να κοιμίσει το Δία, αλλά ο Ύπνο διστάζει να τα βάλει με τον Δία. Πείθεται να το κάνει, αφού όμως πρώτα η Ήρα του ορκίστηκε να τον παντρέψει με μία από τις νεότερες Χάριτες, την γλυκιά Πασιθέη, πού τόσο επιθυμούσε. Ο Ύπνος με την Ήρα αναχωρούν μαζί για να βρουν τον Δία. Η Ήρα σκορπάει στην καρδιά του Δία «γλυκιά αγάπη και επιθυμία» και ο Ύπνος μεταμορφωμένος σε πουλί, τον αποκοιμίζει.
Ο Ύπνος με την αγαπημένη του Πασιθέη (θεά της χαλάρωσης και της ξεκούρασης), έκαναν παιδιά που φυσικά ακολούθησαν την οικογενειακή επιχείρηση! Τα αδέρφια είναι: ο Μορφεύς, ο Ίκελος, ο Φοβήτωρ και ο Φάντασος. Όλοι μαζί ονομάζονται “Όνειροι” και είναι οι θεοί των ονείρων. Κατοικούσαν στις ακτές του ωκεανού, στη Δύση, σε ένα σπήλαιο κοντά στα σύνορα του Άδη. Οι όνειροι, έστελναν τα όνειρα στους θνητούς, μέσα από δύο πύλες που βρίσκονταν εκεί. Η μία πύλη ήταν φτιαγμένη από Κέρατο, και με αυτή έστελναν τα αληθινά όνειρα (προμηνύματα), ενώ με τη δεύτερη που ήταν φτιαγμένη από Ελεφαντόδοντο, έστελναν τα ψεύτικα όνειρα.
Στην αρχαία Ελλάδα το όνειρο χρησιμοποιήθηκε ως θεραπευτικό μέσο με την εκτέλεση μιας τελετουργίας που ονομάζονταν Εγκοίμιση. Η Εγκοίμιση γινότανε στα Ασκληπιεία, που ήταν ναοί του θεού Ασκληπιού και κατά κάποιο τρόπο τα νοσοκομεία της εποχής. Η διαδικασία είχε ως εξής: την κρίσιμη ημέρα που θα γινόταν η εγκοίμιση του ασθενούς θυσιαζόταν ένα ζώο στο προαύλιο του ναού. Ο θεραπευόμενος, αφού έτρωγε από το θυσιασμένο ζώο, έπινε νέκταρ και με τη συνοδεία μουσικής οι ιερείς τον οδηγούσαν στο κυκλικό κτίριο του Θόλου, όπου έπεφτε για ύπνο πάνω στο ζεστό δέρμα του θυσιασμένου ζώου με τον όρο να μείνει σιωπηλός οτιδήποτε κι αν άκουγε ή έβλεπε στον ύπνο του.
Αφού πια ο θεραπευόμενος είχε κοιμηθεί εμφανιζόταν ο Αρχιερέας που ως τότε βρισκόταν στην Κρύπτη του Ναού, και δεν είχε συναντηθεί καθόλου με τον ασθενή. Είχε όμως ενημερωθεί από τους ιερείς για την ασθένεια και τα συμπτώματά του. Ο Αρχιερέας, ακολουθούμενος από παιδιά που κρατούσαν φανούς, πλησίαζε τον ασθενή που κοιμόταν και του ψιθύριζε με έντονη συρριστική φωνή ό,τι έπρεπε να κάνει για να θεραπευτεί χωρίς όμως να τον ξυπνήσει. Όταν το επόμενο πρωί ο ασθενής ξυπνούσε πίστευε πως τα όνειρα που είδε του τα’ χαν στείλει οι θεοί και προσπαθούσε μόνος του ή με τη βοήθεια των ιερέων να τα ερμηνεύσει και να καταλάβει τη θεραπεία που έπρεπε να ακολουθήσει. “Ύπνος, το μόνο φάρμακο που χαρίζει ηρεμία.” λέει ο Σοφοκλής στον Φιλοκτήτη.
Τον 5ο αιώνα π.Χ. διατυπώθηκαν για πρώτη φορά δύο αντίθετες θεωρίες για τη λειτουργία του εγκεφάλου και τον ύπνο. Η πρώτη διατυπώθηκε από τον Αλκμαίωνα τον Κροτωνιάτη ο οποίος γέννησε την ιατρική σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα και η δεύτερη από το μεταγενέστερό του Ιπποκράτη ο οποίος ανέδειξε την Ιατρική σε επιστήμη. Η θεωρία του Αλκμαίωνα ο οποίος πρώτος αναγνώρισε τον εγκέφαλο ως το κεντρικό όργανο του οργανισμού υποστήριζε ότι ο ύπνος επέρχεται όταν τα αίμα συσσωρεύεται στον εγκέφαλο (αιματική συμφόρηση). Αντίθετα ο Ιπποκράτης υποστήριζε ότι ο ύπνος επέρχεται όταν το αίμα απομακρύνεται από αυτόν (αιματική αποστέρηση).
Ο Ιπποκράτης επιχείρησε επίσης να ερμηνεύσει τις ονειρικές αναπαραστάσεις με ορθολογιστική προσέγγιση και να συσχετίσει μεγάλες κατηγορίες ονείρων με τη φυσιολογική κατάσταση του ατόμου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Θεωρούσε επίσης, πως τα όνειρα αποτελούσαν σημαντικά συμπτώματα που έπρεπε να μελετηθούν από τον γιατρό γιατί πίστευε ότι οφείλονταν στην ιατρική διορατικότητα της ψυχής. Αργότερα, τον 2ο αιώνα μ.Χ ο Αρτεμίδωρος ο Εφέσιος συνέγραψε την «Ονειροκριτική», το πρώτο σημαντικό δημοσιευμένο έργο πάνω στην ερμηνεία των ονείρων. Στο δεκάτομο αυτό έργο, υπογράμμιζε το στοιχείο του συνειρμού, το γεγονός δηλαδή ότι μια ονειρική εικόνα προκαλεί κατά κανόνα και με τρόπο συνειρμικό την επόμενη εικόνα στο μυαλό. και υποστήριξε ότι τα όνειρα «εμφυσώνται στους ανθρώπους για καλό τους και για καθοδήγηση τους» και καταδίκασε τις αυθαίρετες και υπέρ το δέον κυριολεκτικές ερμηνείες.
Στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη γίνονται επίσης συχνές αναφορές σε όνειρα που έχουν προφητική σημασία και είναι σταλμένα από το Θεό. Ένα τέτοιο όνειρο είδε π.χ ο Ιωσήφ πριν παντρευτεί την Παναγία και πριν φυγαδευτεί μαζί με την οικογένειά του από την Αίγυπτο για να γλιτώσουν το θείο βρέφος από τη σφαγή του Ηρώδη. Στον Μεσαίωνα ο πολύωρος ύπνος συνδέεται με την τεμπελιά. Όσο πιο πολλές ώρες κοιμάται κανείς τόσο πιο τεμπέλης είναι και τόσο πιο πολλές πιθανότητες έχει να μείνει φτωχός. Από την Αναγέννηση και μετά ο ύπνος και τα όνειρα ενέπνευσαν πολλούς καλλιτέχνες, ζωγράφους, γλύπτες και θεατρικούς συγγραφείς που μας χάρισαν υπέροχα έργα τέχνης.Το 17ο αιώνα η Ιατρική επιστήμη προσπαθεί να αποκοπεί από τις θεωρίες του παρελθόντος με βασικό εργαλείο τις ανατομικές χειρουργικές επεμβάσεις που μέχρι τότε απαγορεύονταν από τη θρησκεία.
Η πρώτη σημαντική ανατομική ανακάλυψη έγινε από τον William Harvey (1578–1657) ο οποίος απέδειξε ότι το αίμα προωθείται στο σώμα με τη βοήθεια μιας αντλίας, δηλαδή της καρδιάς. Η κίνηση του αίματος από και προς τον εγκέφαλο αποτέλεσε το βασικό ερέθισμα για τη επαναφορά στο προσκήνιο των θεωριών του Αλκμαίωνα και του Ιπποκράτη. Το τοπίο στην ιατρική του εγκεφάλου αλλάζει με την ανακάλυψή του Luigi Galvani’s (1737–98) από την Μπολόνια της Ιταλίας ότι ο εγκέφαλος παράγει ρεύμα και με τους Camillo Golgi (1843–1926) και Heinreich Waldeyer (1837–1921) οι οποίοι περιγράφουν τη βασική μονάδα, το κύτταρο του νευρικού ιστού τον νευρώνα.
Έτσι αρχίζει η καταγραφή των κυματομορφών της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου στην εγρήγορση και στον ύπνο από τον Johannes [Hans] Berger (1873–1941).Για πρώτη φορά οι Alfred L.Loomis, E. Newton Harvey (1887–1959) και Garret Hobart χωρίζουν τον ύπνο σε 5 στάδια ενώ το 1953 οι Eugene Aserinsky και Nathaniel Kleitman περιγράφουν το στάδιο που βλέπουμε τα όνειρα και το ονομάζουν στάδιο ύπνου των ταχέων οφθαλμικών κινήσεων (REM).